Πρώτη φορά 10χλμ. My 33th #AMA2015 10km aftermath.


 
Δρομείς της διπλανής πόρτας. Ημιάνεργοι, ημιαπασχολούμενοι, στο ημί της ζωής μας. Μεσήλικες. Έχουμε πάρει τους δρόμους, τα άλση και τα πάρκα.

Είμαστε εμείς που δεν φοράμε ειδικό μπλουζάκι αλλά οποιοδήποτε κοντομάνικο που λυπηθήκαμε να πετάξουμε όταν έπρεπε, με στάμπα κατά προτίμηση διαφημιστική, από την Ηπειροστρόμ, από τον Πολιτιστικό του χωριού μας ή της Ενώσεως Υδραυλικών. Ναι, είμαστε εμείς που δένουμε το χονδροφούτερ στη μέση και μας πέφτουν τα κλειδιά από τις τσέπες αφού ακόμη δεν έχουμε ανακαλύψει τα ειδικά σχεδιασμένα για το σκοπό αυτό αντιανεμικά που με το κατάλληλο δίπλωμα χωράνε και αποθηκεύονται πίσω από το αφτί –όπως η τσίχλα.
Είμαστε αυτοί που ενώ έχουμε τυπώσει το κατάλληλο πρόγραμμα προπόνησης, κολλάμε στη 2η εβδομάδα, έξι μήνες τώρα. Είμαστε αυτοί που όταν σουρουπώνει δεν ξεχωρίζουμε το λεπτοδείκτη στο ρολόι. Είμαστε όμως αυτοί που επιμένουμε. Και σιωπηλά, το πίνουμε στο ζουμί μας. Την προπόνηση, τα χλμ., τα χαλίκια, τα μυγάκια, τη σκόνη των “επαγγελματιών” του είδους, την καζούρα των φίλων. Του ίδιου μας του σώματος που ειρωνικά μας βγάζει τη γλώσσα. Πιο καλά το λένε οι James σε ένα τραγούδι τους (εγώ πολύ τους ακούω αυτούς όταν τρέχω) : My mirrors laughing at me, says boy are you getting old.

Όλοι εμείς, κάθε χρόνο, τρέχουμε με όλους τους άλλους, στο ετήσιο ραντεβού μας, στα 5χλμ. στον Αυθεντικό Μαραθώνιο. Φέτος, μη με ρωτήσετε πώς και γιατί, -έτσι είναι η ζωή, απρόβλεπτη- πρώτη φορά στα 10χλμ. Συμμετέχω με βασικό στόχο τον τερματισμό. Τον τερματισμό πριν τον πρώτο μαραθωνοδρόμο.

Είμαι στο τελευταίο μπλοκ. Κι αυτό ακριβώς είναι το ενθαρρυντικό. Είμαι εδώ. Στη γραμμή εκίννησης. Ξεκινάμε. Με προσπερνάνε οι πάντες. Έχω στο μυαλό μου να μην παρασυρθώ από το ρυθμό των υπολοίπων – όπως μου έχουν συμβουλέψει φίλοι που ξέρουν καλύτερα. Δεν το έχω ξανακάνει και σκοπεύω να κάνω οικονομία δυνάμεων. Τουλάχιστον μέχρι να φτάσω αρτιμελής στο 5ο χλμ. Η ησυχία στην Πανεπιστημίου είναι απίστευτη. Ειλικρινά νομίζω ότι δεν υπάρχει κανείς άλλος εκεί πίσω. Μπροστά και μακριά, ένα πολύχρωμο πλήθος στρίβει ήδη στη Χαριλάου Τρικούπη. 
Έξω από την προστατευτική “αλυσίδα” των άλλων δρομέων, γρήγορα βρίσκομαι περικυκλωμένη από τους γνωστούς μπαχαλάκηδες της διοργάνωσης, “εθελοντές” γνωστής εταιρίας. Κρατώντας τεράστια χεράκια σε σχήμα “λάικ”, με ροκάνες, τηλεβόες και φωνές προσπαθούν να μεταδώσουν ένα κλίμα υστερικού παροξυσμού  και εξαναγκαστικού ενθουσιασμού, -περίπου το ίδιο που πρέπει να υπέστησαν και οι ίδιοι κατά την εκπαίδευση τους.

Αρχίζω σιγά σιγά να τρέχω. Η ήπια ανηφόρα της Ακαδημίας είναι μια ευχάριστη έκπληξη. Όπως και όλες της διαδρομής που μάλλον πια, τις προτιμώ. Διατηρώντας ένα σταθερό ρυθμό, αποδεικνύονται πολύ πιο φιλικές. Έτσι, πλησιάζω και επιτέλους ανακατεύομαι με τον προπορευόμενο κύριο όγκο. Τελικά και στα 10χλμ. είναι πολλοί όπως εμείς, τους δρομείς της διπλανής πόρτας. Αληθινοί άνθρωποι, με αληθινά γόνατα και υγιή απέχθεια προς κάθε καταπόνηση. Κάποιους τους προσπερνώ, κάποιοι άλλοι με προσπερνούν, κάποιοι έχουν διάθεση για κουβέντα, για selfies, για τα πρώτα τηλέφωνα σε φίλους και συγγενείς. Δεν διψάω. Βλέποντας όμως τους άλλους να πίνουν νερό, με πιάνει λύσσα. Απόντες εκείνη τη στιγμή οι εθελοντές, υπάρχει ένα είδος μικρής σύρραξης μπροστά και πίσω από τον πάγκο.

Πολύ χαρούμενη που πατώ το 6ο χλμ. Από εδώ και πέρα, η διαδρομή αστική και ιδιαίτερα βαρετή καθώς οι αθλητές του ύψους μου είμαστε εκ νέου αποκομμένοι από τον κύριο όγκο. ΕΚΑΒ, ΕΜΑΚ και άλλοι, με αρκτικόλεξα βαριά σαν ιστορία, παραταγμένοι κατά μήκος, κάνουν εντονότερη τη μοναξιά του αθλητή στην άσφαλτο. Η αφόρητη σιωπή επιτείνει τη ματαιότητα του εγχειρήματος. Μόνο η μουσική kept me going. Απανωτά repeat για το “Let it go”.
Μεταξύ 6ου και 7ου χλμ ( δηλαδή στο κομμάτι της Μιχαλακοπούλου ) οι εκεί θεατές του Μαραθωνίου – κάτι μπάτσοι, δύο τροχονόμοι, μερικοί εθελοντές, ένας μπαμπάς με το παιδάκι του και πέντε γραφικοί έξω από ένα κλειστό βουλκανιζατέρ- απολαμβάνουν την αυθεντική χορογραφία της Έλσας, όπως αυτή εκτελέστηκε από την υπ αριθμόν 30850 δρομέα. 

Με τούτα και με εκείνα, τρία χιλιομετράκια μένουνε και βλέπω ότι έχω αρκετή ώρα μπροστά μου. Αποφασίζω να πάω πιο χαλαρά και να το απολαύσω. Επιτέλους πετάω, σε κάδο, το νερό που κουβαλάω εδώ και λίγη ώρα. Κρατάω όμως το μόνιμα κολλημένο χαμόγελο –ούτε θυμάμαι από ποιό χιλιόμετρο. Από την αρχή, νομίζω. Στρίβω στην Ηρώδου του Αττικού. Μοιάζει να έχει τον ατελείωτο. 
Και είναι η πρώτη φορά που αρχίζω και σκέφτομαι ότι μάλλον τα έχω καταφέρει. Στα αυτιά μου παίζουν οι Suede. “The Βeautiful Ones”. Από τα δεξιά μου, με φωνάζουν οι πιο αγαπημένοι μου άνθρωποι. Χειροκροτήματα, φιλιά στον αέρα, συγκίνηση. Συνεχίζω. Έχω λίγο ακόμη. Μπαίνω στο στάδιο. Ακόμη περισσότερη συγκίνηση. Μπήκα στο στάδιο. Δεν έχω περάσει τη γραμμή τερματισμού. Μπήκα όμως στο στάδιο. Σταματώ. Βγάζω τη θήκη που έχω στο μπράτσο. Πιάνω τα μαλλιά μου γιατί με ενοχλούν – τα πάντα με ενοχλούν τώρα επάνω μου- με άλλο κοκκαλάκι. Αγκαλιές και φιλιά με παρακείμενο παλιό συμμαθητή, νυν φωτογράφο της διοργάνωσης. Και μετά πάω και τερματίζω. Χορεύω ένα μικρό χορό της βροχής στη γραμμή του τερματισμού. Παραλαμβάνω το μετάλλιο. Τρώω τη μπανάνα. Ανεβαίνω ανάποδα στη γέφυρα. Ψάχνω το σταντ της ΠΝΟΗΣ. Βρίσκω τη συναθλήτρια Σοφία. Αγκαλιαζόμαστε. Όλοι, με όλους.

Άλλη μια μέρα στη ζωή των δρομέων της διπλανής πόρτας. Μέχρι του χρόνου, επιμένουμε (στις) και παραμένουμε οι επιλογές μας!





Σε αυτό το κείμενο ακούστηκαν τα τραγούδια : 
 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις